Πριν λίγες μέρες ανακοινώθηκαν στο διεθνές επιστημονικό περιοδικό Advances in Archaeomaterials τα πρώτα, εντυπωσιακά αποτελέσματα της αρχαιολογικής έρευνας που διεξάγει από το 2016 η Εφορεία Παλαιοανθρωπολογίας-Σπηλαιολογίας του υπουργείου Πολιτισμού στο σπήλαιο Αγριομερνός, κοντά στην παραλία Μεγάλο Σεϊτάνι, στη δυτική Σάμο.
Το σπήλαιο ανακαλύφθηκε το 2016 από τον Σπηλαιολογικό Σύλλογο Σάμου “Ο Ευπαλίνος”, ο οποίος ενημέρωσε την Εφορεία Παλαιοανθρωπολογίας-Σπηλαιολογίας, αρμόδια για την αρχαιολογική έρευνα στα ελληνικά σπήλαια.
Ακολούθησε αρχαιολογική έρευνα σε απομονωμένη αίθουσα του σπηλαίου, που έφερε στο φως προϊστορικά ευρήματα της 5ης και 2ης χιλιετίας π.Χ., ανάμεσα στα οποία κεραμικά αγγεία και ανθρώπινες ταφές.
Πρόκειται για μια πολύ σημαντική ανακάλυψη, την πρώτη απόδειξη ότι υπήρχε οργανωμένη ανθρώπινη δραστηριότητα κατά τη Νεολιθική και την Εποχή του Χαλκού στο δυτικό και ορεινό τμήμα της Σάμου, που έως τώρα θεωρούνταν ότι κατοικούνταν μόνο στην νοτιοανατολική πλευρά της.
Αυτό το συμπέρασμα γίνεται πιο ενδιαφέρον καθώς ο δυσπρόσιτος χαρακτήρας του Αγριομερνού, σε απόκρημνη πλαγιά, και ειδικά της αίθουσας που περιείχε τα ευρήματα, δείχνει ότι οι προϊστορικοί επισκέπτες χρησιμοποιούσαν τα αγγεία στο σπήλαιο για τελετουργικούς σκοπούς.
Το επιστημονικό άρθρο εστιάζει στις εξειδικευμένες αναλύσεις (χημική ανάλυση και εξέταση στο μικροσκόπιo) που έγιναν στα χειροποίητα προϊστορικά αγγεία του σπηλαίου προκειμένου να μελετηθούν η κατασκευή και η προέλευσή τους, με προεκτάσεις και στην προέλευση των επισκεπτών του σπηλαίου.
Τα περισσότερα σκεύη είναι “κρατηρίσκοι”, μικρά δοχεία με λαιμό, που εξωτερικά έχουν μεγάλη ομοιότητα.
Επίσης, όμοιά τους βρίσκονται σε προϊστορικούς οικισμούς στη νότια Σάμο, τα νησιά του ανατολικού Αιγαίου, αλλά και τις Κυκλάδες της Εποχής του Χαλκού. Οι αναλύσεις έδειξαν ότι, παρότι εξωτερικά μοιάζουν, τα αγγεία του σπηλαίου αντιπροσωπεύουν πολλά διαφορετικά σημεία γεωγραφικής προέλευσης: κάποια συμπίπτουν με αγγεία στο Κάστρο-Τηγάνι και το Ηραίο στην άλλη άκρη του νησιού, ενώ άλλα σχετίζονται με περιοχές κοντινές στο σπήλαιο, καθώς αναγνωρίζονται πρώτες ύλες που συνδέονται με το όρος Κερκετέας είτε με περιοχές ανατολικά από το Καρλόβασι ή την περιοχή Μαραθοκάμπου-Κοσμαδαίων. Αλλά και ένα αγγείο της 2ης χιλιετίας π.Χ. είναι ξεκάθαρα εισαγμένο, πιθανότατα από τη Νάξο.
Με λίγα λόγια, τα επιστημονικά συμπεράσματα δείχνουν ότι ο Αγριομερνός, παρότι σε δυσπρόσιτο σημείο, σε καμία περίπτωση δεν ήταν απομονωμένη θέση στην προϊστορία και, ότι γενικότερα η προϊστορική Σάμος χαρακτηριζόταν από κινητικότητα και διασύνδεση των πληθυσμών της, από τη μία άκρη του νησιού στην άλλη, αλλά και από επαφές με άλλα νησιά του Αιγαίου.
Στο πλαίσιο αυτό, τον Αγριομερνό φαίνεται ότι επισκέπτονταν όχι μία μόνο ομάδα, αλλά ίσως περισσότερες που απέθεταν εκεί καθεμία τα αγγεία τους και εκτελούσαν τις τελετουργικές προσφορές τους.
Περισσότερα στοιχεία για όλες τις πτυχές της προϊστορικής χρήσης του σπηλαίου θα παρουσιαστούν σε υπό έκδοση μελέτες που ετοιμάζονται άμεσα από την ερευνητική ομάδα.
Την αρχαιολογική έρευνα στον Αγριομερνό διεξήγαγαν οι αρχαιολόγοι της Εφορείας Ανδρέας Ντάρλας, προϊστάμενος της Εφορείας, Φώτης Γεωργιάδης, προϊστάμενος του Τμήματος Β. Ελλάδας, Αναστάσιος Σύρος και Στέλλα Κατσαρού.
Τις αναλύσεις που δημοσιεύονται πραγματοποίησαν ο Σέργιος Μενελάου και η Edyta Marzec, ερευνητές του εργαστηρίου Fitsch της Βρετανικής Αρχαιολογικής Σχολής στην Αθήνα και του Πανεπιστημίου της Κύπρου.
Το σπήλαιο δεν είναι επισκέψιμο, καθώς είναι σε εξαιρετικά δύσβατο σημείο (αριστερά πάνω με * στη φωτογραφία η θέση του).
Φωτογραφίες: Εφορεία Παλαιοανθρωπολογίας-Σπηλαιολογίας